Αρχή / Βιβλιογραφική Ενημέρωση / Διαταραχές λειτουργικότητας πνευμόνων και κίνδυνος καρδιαγγειακών νοσημάτων και θνησιμότητας σε άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2: Προοπτική μελέτη κοόρτης.

Διαταραχές λειτουργικότητας πνευμόνων και κίνδυνος καρδιαγγειακών νοσημάτων και θνησιμότητας σε άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2: Προοπτική μελέτη κοόρτης.

Επιμέλεια: Α. Μερίτση


Lung Function Impairment and Risks of Incident Cardiovascular Diseases and Mortality Among People With Type 2 Diabetes: A Prospective Cohort Study.Chaolei Chen et al. Diabetes Care 2025;48(5):728-736

doi: 10.2337/dc24-2188

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ:

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου 2 (ΣΔτ2) αποτελεί χρόνια μεταβολική διαταραχή με συνεχώς αυξανόμενη παγκόσμια επίπτωση (1). Η καρδιαγγειακή νόσος παραμένει η πρώτη αιτία θνητότητας και θνησιμότητας για τα άτομα με ΣΔτ2 (2). Ενώ επιπλοκές όπως η νεφροπάθεια, η αμφιβληστροειδοπάθεια και η νευροπάθεια είναι ευρέως αναγνωρισμένες, από την τρέχουσα βιβλιογραφία προκύπτει ότι ο πνεύμονας μπορεί επίσης να αποτελεί  όργανο-στόχο που επηρεάζεται από τον διαβήτη (3-4). Μηχανισμοί όπως η μικραγγειακή βλάβη, η χρόνια φλεγμονή και η γλυκοζυλίωση των πνευμονικών ιστών μπορούν να συμβάλλουν σε έκπτωση της πνευμονικής λειτουργικότητας αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης περιοριστικών και αποφρακτικών πνευμονοπαθειών στον συγκεκριμένο πληθυσμό (5). Τόσο η βεβιασμένη εκπνοή που εκφράζεται ως ο ταχέως εκπνεόμενος όγκος αέρα σε λίτρα σε ένα δευτερόλεπτο ( FEV1), όσο και η βεβιασμένη ζωτική χωρητικότητα  ( FVC) συσχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας (6-9). Σκοπός της προοπτικής αυτής μελέτης κοόρτης ήταν να αναδείξει εάν η έκπτωση της πνευμονικής λειτουργικότητας αποτελεί ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας σε άτομα με ΣΔτ2. Επίσης μελετήθηκε το κατά πόσο η ενσωμάτωση της πνευμονικής λειτουργικότητας στο μοντέλο αξιολόγησης καρδιαγγειακού κινδύνου για τον διαβητικό πληθυσμό SCORE-2, μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω την αξιοπιστία του στην πρόβλεψη του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.

 

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ:

Στη μελέτη αυτή πήραν μέρος 16242 άτομα με ΣΔτ2 από μία μεγάλη βάση δεδομένων του Ηνωμένου Βασιλείου (UK Biobank) από 22 κέντρα της Αγγλίας, Σκωτίας και Ουαλίας, κατά το χρονικό διάστημα 2006-2010. Ως διάστημα επανεκτίμησης των συμμετεχόντων ορίστηκε το διάστημα από την είσοδό τους στη μελέτη μέχρι την καταγραφή καρδιαγγειακού συμβάματος, θανάτου οποιασδήποτε αιτιολογίας ή η ημερομηνία ολοκλήρωσης της μελέτης 30/06/2023, αναλόγως ποιο συνέβη πρώτο. Έγινε καταγραφή της ηλικίας, του φύλου, της οικογενειακής κατάστασης, του μορφωτικού επιπέδου, του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ, της σωματικής δραστηριότητας, των διατροφικών συνηθειών, της διάρκειας του ύπνου, ιστορικού χρόνιας πνευμονοπάθειας, συστολικής και διαστολικής αρτηριακής πίεσης, λιπιδαιμικού profile, HbA1c, CRP, eGFR, BMI, ηλικία διάγνωσης ΣΔτ2, ιστορικό υπέρτασης και φαρμακευτική αγωγή για ΣΔτ2, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία και πνευμονοπάθειες. Για την πνευμονική λειτουργικότητα υπολογίστηκαν δεδομένης της ηλικίας, του φύλου, του ύψους και της εθνικότητας η προβλεπόμενη FEV1 (FEV1 %)  και FVC (FVC %) καθώς επίσης και τα κατώτερα φυσιολογικά τους όρια (Lower Limit of Normal-LLN). Οι συμμετέχοντες στη μελέτη χωρίστηκαν με βάση των δεικτών πνευμονικής λειτουργικότητας σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη εντάχθηκαν άτομα με διατηρημένη πνευμονική λειτουργικότητα που ορίστηκε ως FEV1/FVC ≥ LLN και FVC ≥ LLN, με ιστορικό αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (OP)  που ορίστηκε ως FEV1/FVC < LLN και περιοριστικής πνευμονοπάθειας (RP) που ορίστηκε ως  FEV1/FVC ≥ LLN με FVC < LLN. Επίσης υπολογίστηκαν τα αντίστοιχα όρια σπιρομέτρησης διατηρημένης αναλογίας (Preserved Ratio Impaired Spirometry-PRISm, FEV1/FVC ≥ LLN and FEV1 < LLN) με βάση τα οποία οι συμμετέχοντες εντάχθηκαν στη δεύτερη κατηγορία. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ:

Η μέση ηλικία των ατόμων με ΣΔτ2 που πήραν μέρος στη μελέτη ήταν περί τα 61 έτη και το 40.1% ήταν γυναίκες. Το 76.6% είχαν διατηρημένη πνευμονική λειτουργικότητα, το 8.5% αποφρακτική πνευμονοπάθεια και το 14.9% πνευμονοπάθεια περιοριστικού τύπου.Οι συμμετέχοντες με διαταραχή της πνευμονικής λειτουργικότητας έτειναν να είναι άντρες ανύπαντροι, χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, καπνιστές και παρουσίαζαν υψηλότερες τιμές CRP και ιστορικό υπνικής άπνοιας.  Κατά τη διάρκεια μιας μέσης παρακολούθησης περί τα 13.9 έτη, τεκμηριώθηκαν 2825 περιστατικά καρδιαγγειακής νόσου και 2811 θάνατοι. Τα ποσοστά επίπτωσης της καρδιαγγειακής νόσου συγκεκριμένα ήταν 120.85 (95% CI 115.52-126.35), 185.26 (95% CI 165.24-207.03) και 196.97 (95% CI 181.26-213.67)  για 10.000 ανθρωπο-έτη αντίστοιχα για άτομα με διατηρημένη πνευμονική λειτουργικότητα, αποφρακτική πνευμονοπάθεια και περιοριστικού τύπου πνευμονοπάθεια. Άτομα που παρουσίαζαν χαμηλότερες τιμές FEV1, FVC, FEV1/FVC ratio, FEV1% και FVC% παρουσίαζαν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητα από κάθε αιτία. Συγκεκριμένα κάθε τυπική απόκλιση των FEV1, FVC, FEV1/FVC ratio , FEV1% και FVC% σχετίζονταν με 26%, 30%, 5%, 18%, 21% αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου και 32%, 32%, 8%, 24%, 24% αύξηση της θνησιμότητας από κάθε αιτία. Σε σύγκριση με άτομα με διατηρημένη πνευμονική λειτουργικότητα  ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας από οποιαδήποτε αιτία (HRs)  ήταν 1.19 (95% CI 1.05-1.35) και 1.41 (95% CI 1.24-1.58) για τα άτομα με αποφρακτικού τύπου πνευμονοπάθεια και 1.47 (95% CI 1.33-1.65) και 1.578 (95% CI 1.43-1.73) για άτομα με περιοριστικού τύπου πνευμονοπάθεια. Τέλος, η προσθήκη των FEV1, FVC, FEV1% και FVC% στο μοντέλο αξιολόγησης του καρδιαγγειακού κινδύνου για το διαβητικό πληθυσμό SCORE-2 βελτίωσε την αξιοπιστία του (C-Statistic από 0.672 σε 0.687, 0.687, 0.686 και 0.686 αντίστοιχα).

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

Η διαταραχή της πνευμονικής λειτουργικότητας σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας από οποιαδήποτε αιτία στα άτομα με ΣΔτ2. Τέλος, η ενσωμάτωση των μετρήσεων της πνευμονικής λειτουργικότητας στο μοντέλο αξιολόγησης καρδιαγγειακού κινδύνου για τον διαβητικό πληθυσμό SCORE-2, μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω την αξιοπιστία του στην πρόβλεψη του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  1. Sun H, Saeedi P, Karuranga S et al. IDF Diabetes Atlas: global, regional and country-level diabetes prevalence estimates for 2021 and projections for 2045. Diabetes Res Clin Pract 2022;183:109119
  2. American Diabetes Association. 10. Cardiovascular disease and risk management: Standards of Care in Diabetes-2024. Diabetes Care 2024;47(Suppl. 1):S179-S218
  3. Lecube A, Simo R, Pallayova M, et al. Pulmonary function and sleep breathing: two new targets for type 2 diabetes care. Endocr Rev 2017;38:550-573
  4. Diez-Manglano J, Asin Samper U. Pulmonary function tests in type 2 diabetes: a meta-analysis. ERJ Open Res 2021;7:00371-2020
  5. Kolahian S, Leiss V, Nurnberg B. Diabetic lung disease: fact or fiction? Rev Endocr Metab Disord 2019;20:303-319
  6. Collaro AJ, Chang AB, Marchant JM, et al. Associations between lung function and future cardiovascular morbidity and overall mortality in a predominantly First Nations population: a cohort study. Lancet Reg Health West Pac 2021;13:100188
  7. Sarycheva T, Capkova N, Pajak A, et al. Impaired lung function and mortality in Eastern Europe: results from multi-centre cohort study. Respir Res 2022;23:140
  8. Duong M, Islam S, Rangarajan S, et al; PURE Investigators. Mortality and cardiovascular and respiratory morbidity in individuals with impaired FEV1 (PURE): an international, community-based cohort study. Lancet Glob Health 2019;7:e613-e23
  9. Rydell A, Janson C, Lisspers K, et al. FEV1 and FVC as robust risk factors for cardiovascular disease and mortality: insights from a large population study. Respir Med 2024;227:107614
Top